- Η σημασία κάθε λέξης δεν είναι δεδομένη και αναλλοίωτη.
- Για να την καταλάβω καλά πρέπει να λάβω υπόψη μου ποιος τη λέει, σε ποιον την απευθύνει, πού και πότε τη χρησιμοποιεί, σε τι είδους κείμενο περιλαμβάνεται αλλά και το πολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο χρησιμοποιείται.
- Πολυσημία της λέξης: διαφορετικές και ποικίλες σημασίες της ίδιας λέξης ( πχ φύλλο).
- Κυριολεξία: η λέξη διατηρεί τη βασική και ακριβή σημασία της.
- Μεταφορά : η λέξη αποκτά σημασία διαφορετική από την αρχική.
- Συνώνυμες : λέγονται οι λέξεις που έχουν την ίδια περίπου σημασία ( προσοχή! ανάλογα με το γλωσσικό περιβάλλον).
- Αντίθετες / αντώνυμα: ( κλιμακωτά- δυαδικά- αντίστροφα).
- Ομώνυμες/ ομόηχες: έχουν ίδια προφορά και διαφορετική σημασία ( ζήτησε τη χείρα της χήρας).
- Παρώνυμες: μοιάζουν πολύ στην προφορά αλλά έχουν διαφορετική σημασία ( σχόλιο/ σχολείο).
- Υπώνυμα: λέξεις που η σημασία τους συμπεριλαμβάνεται μέσα στην έννοια μιας άλλης λέξης ( γιατρός: παιδίατρος).
Έτσι, σε μια γλωσσική κοινότητα, διαφορετικές ομάδες ομιλητών χρησιμοποιούν διαφορετικές γλωσσικές ποικιλίες/διαλέκτους που τα κοινά χαρακτηριστικά τους τις διακρίνουν από άλλες ποικιλίες/διαλέκτους της ίδιας γλώσσας. Οι ποικιλίες αυτές με κριτήρια τη γεωγραφική καταγωγή του ομιλητή και την κοινωνική/γλωσσική συμπεριφορά του διακρίνονται αντίστοιχα σε γεωγραφικές ποικιλίες/διαλέκτους (οριζόντια κατάταξη) και σε κοινωνικές ποικιλίες/διαλέκτους (κάθετη κατάταξη). Σ’ αυτές πάλι τις κοινωνικές ποικιλίες εντάσσονται, εκτός από τα άλλα, τα ποικίλα είδη των κειμένων και οι ειδικές γλώσσες. Όλες μαζί οι ποικιλίες συναποτελούν και τροφοδοτούν την εθνική μας γλώσσα.
Ξύλινη γλώσσα (μεταφραστικό δάνειο από το γαλλικό langue de bois) ονομάζεται η επαναλαμβανόμενη χρήση δεδομένων φράσεων και επιχειρημάτων σε περισσότερες από μια συζητήσεις ή αντιπαραθέσεις.
Κύρια χαρακτηριστικά της ξύλινης γλώσσας είναι ο στόμφος και η ασάφεια. Αποτελεί έκφραση, η οποία συνηθίζεται όταν αναφέρεται κανείς στο λόγο των πολιτικών, των συνδικαλιστών, των συμβούλων επιχειρήσεων και χρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι κάποιος ομιλητής αντί να επιχειρηματολογήσει για συγκεκριμένο θέμα, επιλέγει να παρουσιάσει μια σειρά από προκατασκευασμένες απαντήσεις, οι οποίες είναι γενικόλογες και αόριστες.
Όταν κάποιος λοιπόν μιλάει με «ξύλινη γλώσσα», τα επιχειρήματα τα οποία χρησιμοποιεί είναι λίγο έως πολύ τα ίδια, ανεξαρτήτως θέματος και έτσι αποξενώνει το μεγαλύτερο μέρος του κοινού του.